,

Είδαμε τη παράσταση 1984

Κριτική της παράστασης «1984»
Από τη Μαριάντζελα Ψωμαδέλλη
Είναι αναμφισβήτητα μια από τις πιο πολυσυζητημένες παραστάσεις της φετινής χρονιάς και όχι άδικα. Όταν έχεις ένα αριστουργηματικό έργο όπως το 1984 του Τζωρτζ Όργουελ, τη φρέσκια σκηνοθετική ματιά της Κατερίνας Ευαγγελάτου και ένα καστ ηθοποιών με τεράστιες υποκριτικές ικανότητες, μπορείς να κάνεις καλλιτεχνικά θαύματα επί σκηνής και τα θαύματα παίρνουν πράγματι σάρκα και οστά στο Νέο Θέατρο Κατερίνα Βασιλάκου.


Το έργο παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα με τη μορφή της νέας διασκευής των Ρόμπερτ Άικι και Ντάνκαν Μακμίλαν. Τη μετάφραση έχει κάνει η ίδια η Κατερίνα Ευαγγελάτου. Ο τίτλος του βιβλίου, εικάζεται ότι αποτελεί αναγραμματισμό του έτους 1948, κατά το οποίο ο Τζώρτζ Όργουελ ολοκλήρωσε τη συγγραφή του κειμένου του. Ενός κειμένου που έμελλε να αποτελέσει σημείο αναφοράς γύρω από την Λογοτεχνία της Δυστοπίας, παρουσιάζοντας έναν κόσμο απολυταρχισμού, δυστυχίας και απόλυτης καταπίεσης, όπου η αμείωτη προπαγάνδα του καθεστώτος, η συνεχής παρακολούθηση όλων των πολιτών και ο έλεγχος της ανθρώπινης σκέψης, αποτελούν τις βασικές δομές του Οργουελικού Σύμπαντος.
Το ολοκληρωτικό καθεστώς του Μεγάλου Αδελφού, παρακολουθώντας συνεχώς τους πάντες και τα πάντα μέσα από αμέτρητες διαδραστικές τηλεοθόνες, ασκεί τον απόλυτο έλεγχο στις πράξεις και τις συνειδήσεις. Όλα προσαρμόζονται στη μία και μοναδική αλήθεια, αυτή που πρεσβεύει το Κόμμα, ο μόνος αλάθητος μηχανισμός, του οποίου πρωσοποποίηση είναι ο Μεγάλος Αδερφός. Το έγκλημα της σκέψης είναι το θανάσιμο αμάρτημα. Γι’ αυτό πρέπει να εξαφανιστεί η γλώσσα, η ελευθερία, τα ανθρώπινα συναισθήματα, οτιδήποτε δηλαδή οδηγεί στη διάπραξή του. Κι όποιος υποπέσει σε έγκλημα σκέψης, πρέπει να οδηγηθεί στο θάνατο αναμορφωμένος, θα πεθάνει αγαπώντας τον Μεγάλο Αδερφό.


Η διασκευή και η σκηνοθεσία κατασκευάζουν μία οπτική της ιστορίας μέσα από το μυαλό του Ουίνστον Σμιθ (Αργύρης Πανταζάρας), ο οποίος συνομιλεί με το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον, παλεύοντας να παραμείνει λογικός, κόντρα σε μία κοινωνία που έχει απολέσει κάθε λογική. Ο Ουίνστον Σμιθ αρνείται να απαρνηθεί το παρελθόν, τις αναμνήσεις και τη γλώσσα του. Η γνωριμία του μάλιστα με την Τζούλια( Λένα Δροσάκη) , του δίνει την ώθηση να προχωρησει σε ακόμα πιο ακραία Εγκλήματα Σκέψης, ενάντια στο Κόμμα. To τέλος είναι προδιαγεγραμμένο και βρίσκεται στο θάλαμο 101 όπου και αναλαμβάνει ο Ο’Μπράιεν (Νίκος Κουρής) να τον επαναφέρει στο σωστό δρόμο του Μεγάλου Αδερφού κάνοντάς του διάφορα σωματικά και ψυχικά βασανιστήρια.
Η σκηνή των βασανιστηρίων, η οποία είναι και αναμφισβήτητα η κορυφαία όλης της παράστασης, είναι πολύ σκληρή και ιδιαίτερα παρατεταμένη χρονικά. Η βία ξεχειλίζει και μας παραπέμπει σε in-yer-face theater που ταρακουνάει το θεατή με ωμότητες και τον φέρνει σε κατάσταση σοκ μέχρι να πάρει το μήνυμα. Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο που η παράσταση είναι κατάλληλη για παιδιά άνω των 15 ετών.


Ο Αργύρης Πανταζάρας υποδύεται εξαιρετικά τον Ουίνστον Σμιθ καθιστώντας τον χωρίς καμία υπερβολή στον απόλυτο πρωταγωνιστή της παράστασης. Ο ήρωάς του δεν είναι ένας επαναστάστης. Είναι περισσότερο ένας αντιήρωας που αντιστέκεται πνευματικά αρνούμενος να μασήσει την έτοιμη τροφή που του δίνεται από το Κόμμα και το Μεγάλο Αδερφό. Από το πρώτο μέχρι το τελευταίο λεπτό της παράστασης, ο Αργύρης ξεδιπλώνει το πηγαίο του ταλέντο αποδίδοντας στο έπακρο τις δραματικές εντάσεις του ήρωά του και κάνοντας πραγματικά ένα τόσο δύσκολο και απαιτητικό ρόλο να μοιάζει παιχνιδάκι στα χέρια του. Υποκλινόμαστε στο χαμηλό του προφίλ και τη σκληρή δουλειά που καταβάλλει υπηρετώντας με απόλυτη ευλάβεια το βωμό της υποκριτικής τέχνης.
Είναι από τις λίγες παραστάσεις που πραγματικά όλοι οι ηθοποιοί που συμμετέχουν είτε λειτουργώντας ως υποκριτικές μονάδες είτε ως σύνολο παρουσιάζουν στο θεατή ένα θέαμα τόσο άρτιο και αρμονικό. Δεν θα μπορούσαμε να μην γοητευτούμε από τη δυναμική παρουσία του Νίκου Κουρή στο ρόλο του Ο’ Μπράιεν, ο οποίος για μια ακόμη φορά μας έδωσε μια ερμηνεία αξιοπρεπή, πειθαρχημένη τηρώντας απόλυτα τις ισορροπίες που απαιτούσε ο ήρωάς του. Όσο για τη Λένα Δροσάκη που ενσαρκώνει το ρόλο της Τζούλιας, ήταν η πρώτη φορά που την απολαύσαμε σε θεατρική σκηνή και μας άφησε τις καλύτερες των εντυπώσεων τόσο με τις υποκριτικές της ικανότητες όσο και με την επιβλητική της παρουσία επί σκηνής, γεγονός που έρχεται σε αντίθεση με το μικροσκοπικό της παράστημα. Μια ηθοποιός αξιώσεων που μας χάρισε μια μελετημένη και απολύτως εύστοχη ερμηνεία επιβεβαιώνοντας τις φήμες που την κατατάσσουν ανάμεσα στις καλύτερες ηθοποιούς της γενιάς της.
Η σκηνοθεσία της Κατερίνας Ευαγγελάτου ήταν πέρα για πέρα ευρηματική χαράζοντας περίτεχνα την εξέλιξη της υπόθεσης. Η επιλογή της να εμφανίσει στην αρχή και το τέλος της παράστασης τους αναγνώστες μιας λέσχης βιβλίου, οι οποίοι μετά το 2050 αναμετρώνται με τα γεγονότα και την αυθεντικότητα του 1984 καταφέρνει να ενώσει το έργο δηλαδή το παρόν με το παρελθόν και το μέλλον καθιστώντας το διαχρονικό και πάντα μπροστά από την εποχή του.
Ιδιαίτερα έξυπνο μας φάνηκε το εύρημα με τις οθόνες με τα videos που καθιστούν τους θεατές σε ρόλο Big Brother, κάνοντάς μας να καταλάβουμε περίτρανα ότι ο Μεγάλος Αδερφός βρίσκεται παντού και πως όσο και αν τον σνομπάρουμε, γινόμαστε θύματά του ανά πάσα στιγμή πέφτοντας στην παγίδα του.
Αρωγός στην επίτευξη ενός τόσο άρτιου αποτελέσματος ήταν τόσο το βιομηχανικό σκηνικό της Εύας Μανιδάκη, τα κοστούμια της Βασιλικής Σύρμα, το άγριο μακιγιάζ της Εύης Ζαφειροπούλου όσο και η εμβληματική μουσική του Γιώργου Πούλιου και οι φωτισμοί του Νίκου Βλασόπουλου που σε κρατούσαν σε εγρήγορση σε κάθε λεπτό της παράστασης.
Ένα αριστουργηματικό έργο που αξίζει να δείτε με την προχωρημένη σκηνοθετική προσέγγιση της Κατερίνας Ευαγγελάτου και τη συγκλονιστική ερμηνεία του Αργύρη Πανταζάρα.

Αφήστε τα παιδιά σας στο σπίτι και καλή σας θέαση!