,

Είδαμε την παράσταση «Αφέντης και Δούλος»

Είδαμε την παράσταση «Αφέντης και Δούλος»

Από τη Μαριάντζελα Ψωμαδέλλη

Μπορεί μια χιονοθύελλα να φέρει την άνοιξη στις ψυχές των ανθρώπων; Κι όμως μπορεί. Δε με πιστεύετε; Αν επισκεφτείτε το Νέο Θέατρο Κατερίνα Βασιλάκου και  παρακολουθήσετε τη θεατρική διασκευή του Γιώργου Νανούρη στο διήγημα «Αφέντης και Δούλος» του Λέοντος Τολστόι, σίγουρα θα αλλάξετε γνώμη.

Πρόκειται για ένα διήγημα που γράφτηκε πριν από περίπου 125 χρόνια σε μια εξαιρετικά δύσκολη οικονομική περίοδο της Ρωσίας και παρόλα αυτά σήμερα είναι πιο επίκαιρο από ποτέ. Θίγει καίρια ζητήματα όπως η πείνα, οι ταξικές διαφορές, η εργασιακή εξάρτηση από ένα αφεντικό και η γενικότερη ένδεια που αγγίζει πλέον τους πάντες και τα πάντα. Μοιάζει με σύγχρονη παραβολή που μιλά για την αναζήτηση του νοήματος της ζωής. Ένας πλούσιος έμπορος αψηφά τις ακραίες καιρικές συνθήκες και με μοναδικό κίνητρο το κέρδος, αποφασίζει να βγει με τον υπηρέτη του μέσα στη νύχτα για να προλάβει να αγοράσει πρώτος ένα κτήμα σε τιμή ευκαιρίας. Στο δρόμο, εξαιτίας μιας δυνατής χιονοθύελλας, χάνονται στις παγωμένες εκτάσεις της ρωσικής επαρχίας. Οι δύο άντρες βρίσκονται τώρα ανυπεράσπιστοι μπροστά στους κινδύνους της μανιασμένης φύσης.  Ο αφέντης θα προσπαθήσει να σώσει τον εαυτό του αφήνοντας τον δούλο μόνο και αβοήθητο. Πολύ σύντομα όμως θα βρεθεί στην ίδια θέση μ’ αυτόν και τότε θα ακούσει για πρώτη φορά την καρδιά του να χτυπά πραγματικά.

Αν έχετε δει έστω και μια δουλειά του Γιώργου Νανούρη στο παρελθόν, τότε θα καταλάβετε από το πρώτο κιόλας λεπτό της παράστασης πως η μεταφορά του εξαιρετικού κειμένου του Λέοντος Τολστόι στο θεατρικό σανίδι είναι δικό του δημιούργημα. Ο δημιουργός συνηθίζει να επιλέγει έργα που δεν έχουν τόσο θεατρικό αλλά λογοτεχνικό χαρακτήρα δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στο συναίσθημα που δημιουργείται στο θεατή όσο παρακολουθεί τη δράση των ηρώων. Άνετα θα μπορούσαμε να παρομοιάσουμε το Γιώργο Νανούρη με ζωγράφο που ξέρει πολύ καλά να χειρίζεται τα πινέλα του και να φτιάχνει κόσμους πασπαλισμένους άλλοτε με χρυσόσκονη και άλλοτε με χιόνι όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση του «Αφέντης και Δούλος», μέσα στους οποίους βάζει το θεατή να έρχεται αντιμέτωπος με τα δεινά των ηρώων.

Η παράσταση περιέχει έντονα στοιχεία αφηγηματικού και δραματουργικού χαρακτήρα παρουσιασμένα επιμελώς με μια εικαστική ματιά. Άλλωστε, ο Γιώργος Νανούρης που υπογράφει και τη σκηνοθεσία της παράστασης, ξέρει να φτιάχνει ατμόσφαιρα στα έργα του ακόμη και με ελάχιστα υλικά. Του αρέσει να παίζει με τις σκιές είτε αυτές είναι οι σκιές των πρωταγωνιστών στους τοίχους είτε αυτές που κρύβουμε μέσα μας και φοβόμαστε να δούμε. Και σε αυτό το εγχείρημά του, πολύτιμος βοηθός είναι ο Λόλεκ, με τον οποίο έχει συνεργαστεί στο παρελθόν και στην «Κατερίνα». Ο Λόλεκ κατόρθωσε με τη στοχευμένη του μουσική σε καίρια σημεία να ενισχύσει κι άλλο την ήδη υπάρχουσα αγωνιώδη ατμόσφαιρα και να μας βάλει ακόμη περισσότερο στο κλίμα της παράστασης.

Απολαύσαμε τον εξαιρετικό Δημήτρη Λιγνάδη στο ρόλο του Αφέντη, Βασίλι Αντριέιτς Μπριεχούνοφ. Ο Βασίλι είναι ένας άντρας εγωπαθής, αυτοδημιούργητος που αρέσκεται να αυτοαποκαλείται ευεργέτης και προσκυνά μόνο το βωμό του χρήματος και των συμφερόντων του.  Ο ηθοποιός ερμήνευσε αριστοτεχνικά το ρόλο του χρησιμοποιώντας άρτια όλα τα υποκριτικά του μέσα και δίνοντας στο θεατή μια ερμηνεία με ρυθμό, πάθος, ένταση, σοβαρότητα αλλά και έντονο συναισθηματισμό. Δεν δίστασε να ξεδιπλώσει τους φόβους του ήρωά του και να αναμετρηθεί με την ίδια τη φύση κάνοντας στο τέλος την απόλυτη ανατροπή και αλλάζοντας με τις πράξεις του την κοσμοθεωρία αλλά και την ίδια του τη ζωή. Μας καθήλωσε στην τελευταία του σκηνή με την κορύφωση του ήρωά του κάνοντάς μας να συγκινηθούμε βαθιά.

Ο Γιώργος Νανούρης ερμήνευσε το ρόλο του Δούλου, μουζίκου Νικήτα με μια πραότητα, ταπεινότητα και ηρεμία που ταίριαζε απόλυτα στην προσωπικότητα του υποταγμένου του ήρωα. Ήρθε και εκείνος αντιμέτωπος με τα στοιχεία της φύσης καρτερώντας με στωικότητα και υπομονή αυτό που πρόκειται να του συμβεί. Ο Νικήτα κράτησε μια στάση πιο γενναία από εκείνη του Αφέντη του που προτίμησε να αντιμετωπίσει με φωνές και εκνευρισμό, το κακό που ολοένα τους πλησίαζε.

Τόσο οι εξαιρετικοί φωτισμοί του Χρήστου Τζιόγκα όσο και το ευρηματικό σκηνικό της Μαίρης Τσαγκάρη λειτούργησαν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο συμβάλοντας τα μέγιστα στην προσπάθεια του σκηνοθέτη να ενώσει τη γη με τον ουρανό (ζωή- θάνατος) και το παραμύθι με την πραγματικότητα.

Κάπου εκεί ανάμεσα στα χιόνια της Σιβηρίας και ένα αναποδογυρισμένο έλκυθρο, νιώσαμε τα πόδια μας να παγώνουν, τον αέρα να μας παίρνει τα αυτιά, το χνώτο μας να βγαίνει αδύναμο από το στόμα και την καρδιά μας να ξαναγεννιέται παίρνοντας φωτιά από την ελπίδα της αλλαγής. Και τότε νιώσαμε για λίγο ευτυχισμένοι, γαληνεμένοι στην προοπτική μιας καλύτερης μέρας. Έστω κι αν αυτή δεν έρθει ποτέ..

Το «Αφέντης και Δούλος» είναι μια σπουδαία παράσταση και αξίζει πραγματικά να την παρακολουθήσετε. Σας την προτείνω!

Καλή σας θέαση!