,

Είδαμε την παράσταση «Tattooland»

Είδαμε την παράσταση «Tattooland»

Από τη Μαριάντζελα Ψωμαδέλλη

 

Το τέταρτο έργο του 3ου φεστιβάλ Ελληνικού θεατρικού έργου του 21ου αιώνα παρουσιάζεται αυτό το διάστημα κάθε Δευτέρα και Τρίτη στο θέατρο Αγγέλων Βήμα. Ο λόγος φυσικά για την παράσταση «Tatooland”, το νέο έργο του Μηνά Βιντιάδη σε σκηνοθεσία της Κερασίας Σαμαρά που κερδίζει ήδη τις καλύτερες εντυπώσεις μας.

Για μια ακόμη φορά φαίνεται πως έκανε το θαύμα της η καλλιτεχνική διευθύντρια του Φεστιβάλ Ελληνικού Θεατρικού Έργου του 21ου Αιώνα, Λεία Βιτάλη με την επιλογή του συγκεκριμένου έργου. Πρόκειται για ένα ψυχολογικό έργο, πρωτότυπο θεματολογικά που έχει να δώσει αυτό το κάτι παραπάνω στις θεατρικές σκηνές της Αθήνας.

Ο συγγραφέας τοποθετεί τη δράση των ηρώων του σε ένα εργαστήριο τατουάζ  όπου τα όρια της πραγματικότητας με της φαντασίας είναι μια κλωστή. Οι άνθρωποι γίνονται ένα με τις παράξενες μορφές που ζωγραφίζει στα σώματά τους ο «Κουκ», ο μυστηριώδης καλλιτέχνης. Η Νόρα, που μόλις χώρισε, ο «Παππούς», που έχασε ένα στοίχημα, ο Άλεξ κι ο Ντιέγκο, που έζησαν την κόλαση των ναρκωτικών και  η παράξενη Σελήνη, μια νέα ηθοποιός. Καθένας τους κρύβει κι ένα μυστικό, μια ιστορία που το «μαγικό μοτεράκι» του «Κουκ» θα «χτυπήσει» στις ψυχές των θεατών  όταν τα φώτα θα σβήσουν. Κανείς όμως δεν μπορέι να φανταστεί αυτό που θα χτυπήσει στη δική του ψυχή. Μνήμες και αισθήσεις ξυπνούν επικίνδυνα. Μορφές και καταστάσεις ακροβατούν ανάμεσα στη φαντασία και στην πραγματικότητα, ανάμεσα στο «τώρα» και στα ασαφή σύνορα του χρόνου. Πού σταματούν τα γεγονότα και πού αρχίζει το όνειρο; Και τι από τα δύο συνιστά «ζωή» ;

Ο Μηνάς Βιντιάδης δημιούργησε ένα έργο σκοτεινό, υπόγειο, πέρα από τα συνηθισμένα, επιλέγοντας ως κεντρικό του ήρωα τον Κουκ, ένα μυστήριο άντρα κλεισμένο στον εαυτό του, τις σκέψεις, τους φόβους και το παρελθόν που σίγουρα χρειάζεται αποκρυπτογράφηση από τον θεατή για να τον κατανοήσει. Το ίδιο συμβαίνει και με τους υπόλοιπους χαρακτήρες- σκιές που βρίσκονται στη ζωή του Κουκ. Από το πρώτο κιόλας λεπτό, ο θεατής καταλαβαίνει πως οι άνθρωποι αυτοί κρύβουν κάποια μυστικά, τα οποία και θα φανερώσουν μόνο όταν νιώσουν πραγματικά έτοιμοι. Αυτό από μόνο του ως γεγονός αποτελεί ένα καλό έναυσμα για να δει κάποιος την παράσταση καθώς το ενδιαφέρον του θεατή παραμένει αμείωτο μέχρι το τελευταίο λεπτό του έργου.

Η Κερασία Σαμαρά βρίσκεται στο σκηνοθετικό τιμόνι της παράστασης και της αξίζουν πραγματικά συγχαρητήρια καθώς κατόρθωσε να στήσει την απαιτούμενη ατμόσφαιρα αλλά και να δημιουργήσει σχέσεις μεταξύ των ηρώων, σχέσεις που ακροβατούσαν πάνω σε τεντωμένο σκοινί και ανά πάσα στιγμή μπορούσαν να σπάσουν και να διαλυθούν τα πάντα. Οι ισορροπίες που απαιτούνταν ήταν πολύ λεπτές και η σκηνοθέτης κατάφερε να τις διατηρήσει.

Πολύτιμοι αρωγοί στην προσπάθειά της ήταν οι φωτισμοί του Βαγγέλη Μούντριχα που δημιούργησαν σκιές και κράτησαν το προφίλ των ηρώων στο σκοτάδι αλλά και η ιδιαίτερη μουσική επένδυση της Τώνιας Αποστόλου που λειτούργησαν καταλυτικά στο στήσιμο της απαιτούμενης ατμόσφαιρας μυστηρίου.

Στο σύνολό τους οι ηθοποιοί μας ικανοποιήσαν με τις υποκριτικές τους ικανότητες. Ξεχωρίσαμε το Δημήτρη Αλεξανδρή στο πρωταγωνιστικό ρόλο του Κουκ. Θεωρώ πως λίγοι ηθοποιοί θα μπορούσαν να ενσαρκώσουν τόσο πειστικά το συγκεκριμένο ρόλο. Πρόκειται για έναν ήρωα που ταιριάζει γάντι στην γοητευτική παρουσία του ηθοποιού αφού από μόνος του αποπνέει μυστήριο και μας ωθεί να τον ανακαλύψουμε. Τον έχουμε δει και στο παρελθόν και η απλότητα του επί σκηνής είναι κάτι το μοναδικό.

Μας άρεσε πάρα πολύ ο Περικλής Λιανός στο ρόλο του «Παππού». Η εμπειρία του ηθοποιού είναι μεγάλη και μετά από τόσα χρόνια δεν έχει να αποδείξει και πολλά αφού η υποκριτική του δεινότητα είναι δεδομένη και αξιοσημείωτη.  Ο συγκεκριμένος ρόλος του «Παππού» έδωσε τη δυνατότητα στον ηθοποιό να ξεδιπλώσει μια περσόνα με μείξη κωμικών και δραματικών στοιχείων που άφηνε μια γλυκόπικρη γεύση στο θεατή. Μας έκανε να τον συμπαθήσουμε και να συμμετέχουμε στο δράμα του. Πολύ καλή η προσπάθεια και των νεαρών Αλέξανδρου Νταβρή και Δημήτρη Θεοδωρίδη στους ρόλους των πρώην τοξικομανών.  Προσέγγισαν τους ρόλους τους με αγάπη και προσοχή και αυτό φάνηκε στη σκηνή.

Το «Tatooland» είναι συνολικά μια καλοδουλεμένη παράσταση που όλοι οι συνελεστές της έχουν προσεγγίσει με αγάπη και πολύ δουλειά. Δουλειά που δεν σταματάει το βράδυ της πρεμιέρας αλλά συνεχίζεται και κατά τη διάρκεια των παραστάσεων (η σκηνοθέτης ήταν εκεί, πολύτιμος πυλώνας για να στηρίξει την ομάδα της και να την κάνει ακόμα καλύτερη σημειώνοντας τυχόν αστοχίες) και αυτό είναι κάτι που σπάνια συναντάμε πια. Σας την προτείνω σαν μια εναλλακτική πρόταση στη θεατρική σας ατζέντα.

Καλή σας θέαση!