Στο βιβλίο της που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ωκεανός με τίτλο «Κάποτε στη Μυτιλήνη», η συγγραφέας Ευδοκία Σταυρίδου αφηγείται μια αληθινή ιστορία που συνέβη κάποτε στη Μυτιλήνη, συνταράσσοντας τη μικρή κοινωνία αλλά και τους πρωταγωνιστές της.
Σήμερα συνομιλούμε μαζί της για το πως έφτασε να εξιστορεί έναν μεγάλο έρωτα, αν ένας δημιουργικός άνθρωπος μπορεί να μπει σε συμβατικά καλούπια αλλά και κατά πόσο η οικονομική κατάσταση στη οποία βρίσκεται η χώρα, αποτελεί δικαιολογία ή κίνητρο για την δημιουργικότητα του λαού της.
Κυρία Σταυρίδου, το βιβλίο σας αφηγείται μια αληθινή ιστορία. Ποια η σχέση σας με αυτή τη ιστορία;
Μου την αφηγήθηκε μια ηλικιωμένη κυρία η οποία την έζησε από κοντά γιατί εργαζόταν στο αρχοντικό της Αγγέλας και του Νικήτα ως μαγείρισσα. Ακούγοντάς την συγκλονίστηκα τόσο πολύ από τη δύναμή της που αποφάσισα να την καταγράψω.
Πόσα στοιχεία μυθοπλασίας έχει;
Μπορώ να πως πολλά αφού σε πάρα πολλές στιγμές του ζευγαριού δεν υπήρχε αυτόπτης μάρτυρας. Όλοι οι διάλογοι είναι δικοί μου. Κάθε αληθινή ιστορία που θα αποφασίσεις να καταγράψεις σαν μυθιστόρημα δεν είναι παρά ένας σκελετός. Πρέπει να της δώσεις σάρκα και οστά. Να την ντύσεις. Και μάλιστα με ιδιαίτερη αγάπη και φροντίδα για να μην την προδώσεις.
Ποιο σημείο του βιβλίου απαίτησε περισσότερη προσοχή από εσάς;
Το τέλος. Έβαλα το πραγματικό αλλά επειδή είμαι φύσει και θέσει θετικός άνθρωπος ήθελα να δώσω την δική μου ανάσα.
Υπάρχουν μεγάλοι έρωτες στη αληθινή ζωή ή μόνο στις σελίδες ενός βιβλίου;
Αλίμονο να μην υπήρχαν στην πραγματική ζωή οι μεγάλοι έρωτες! Από αρχής κόσμου και μέχρι το τέλος του αν ποτέ γίνει αυτό οι μεγάλοι έρωτες πάντοτε θα προκαλούν μίση, πάθη, εγκλήματα, πολέμους και πόνο πολύ πόνο. Την πραγματική ζωή δεν μπορεί να την ξεπεράσει κανένας μυθιστοριογράφος. Αυτήν αφουγκράζεται και μέσα από αυτήν δημιουργεί.
Έχετε πει «αντίο» στους χαρακτήρες του βιβλίου σας ή συνεχίζουν να ζουν ακόμα και μετά το κλείσιμό του;
Όταν περνάς ένα μεγάλο διάστημα της ζωής σου πλάθοντας ψυχές, γιατί αυτό πρέπει να κάνει ο συγγραφέας και όχι να δημιουργεί ανδρείκελα, τότε δεν τους αποχωρίζεσαι ποτέ. Υπάρχουν πάντα μέσα σου γιατί είναι κομμάτια δικά σου.
Το «Κάποτε στη Μυτιλήνη» είναι το πρώτο σας μυθιστόρημα, αν και έχετε σπουδάσει σκηνοθεσία κινηματογράφου και θεάτρου και γράφετε διηγήματα, ποιήματα και θεατρικά έργα. Ήταν μια καλή αρχή αυτό το μυθιστόρημα για να συνεχίσετε να ασχολείστε με τη συγγραφή μυθιστορημάτων;
Τώρα που βρήκε το δρόμο του και δικαίωσε μια μακριά πορεία έχω ήδη ξεκινήσει το επόμενο. Το γράψιμο για εμένα είναι η προέκτασή μου. Δεν μπορώ να καθίσω πολύ καιρό άπραγη. Με τρώνε τα δάχτυλά μου. Αλλά ακόμα και τότε γράφω ασταμάτητα στο μυαλό μου. Δεν μπορώ να κάνω διαφορετικά. Έτσι λειτουργώ και νιώθω πολύ ευτυχής για αυτό.
Μπορεί ένας δημιουργικός άνθρωπος να μπαίνει σε συμβατικά καλούπια;
Αναλόγως τις συνθήκες που διαβιεί. Αν έχει την πολυτέλεια να μένει κλεισμένος στο γραφείο του και να ασχολείται μόνο με τη γραφή τότε δεν θα μπει σε συμβατικά καλούπια. Αν όμως είναι μανούλα που μεγαλώνει παιδάκια τότε θα μπει θέλοντας και μη. Ο Δαρβίνος είχε πει πως δεν θα επιβιώσει ο δυνατότερος αλλά αυτός που προσαρμόζεται. Άρα είναι μονόδρομος όταν πρέπει να συνδυάσεις πολλές ιδιότητες ταυτόχρονα.
Οφείλει μια μαμά να αποτελεί πρότυπο δημιουργικότητας για τα παιδιά της;
«Ζήσε τη ζωή σου με τον ίδιο τρόπο που θα ήθελες τα παιδιά σου να ζήσουν τη δική τους», είχε πει ο Βούδας και πραγματικά είναι από τις μεγαλύτερες σοφίες που έχω διαβάσει. Η δημιουργικότητα για εμένα είναι ό,τι πιο σημαντικό για να υπάρχει ποιότητα ζωής, ειδικά στις μέρες μας που όλα μοιάζουν να καταρρέουν. Και επειδή συνήθως οι μαμάδες περνούν περισσότερες ώρες με τα παιδιά τους θα πρέπει να τα καθοδηγούν σε δημιουργικές διαδρομές.
Η οικονομική κατάσταση στη οποία βρίσκεται η χώρα, αποτελεί δικαιολογία ή κίνητρο για την δημιουργικότητα του λαού;
Οι εικόνες που έχουν εισβάλει στην καθημερινότητά μας είναι πολύ σκληρές και πρωτόγνωρες. Ο ανθρώπινος πόνος σε όλες του τις εκφάνσεις κάθε άλλο παρά κίνητρο δημιουργικότητας μπορεί να είναι. Παρόλα αυτά δεν πρέπει να ξεχνάμε πως στην πλειοψηφία τους οι σπουδαιότεροι δημιουργοί μεγαλούργησαν σε δύσκολα χρόνια είτε αυτά αφορούσαν την προσωπική τους ζωή είτε το σύνολο της κοινωνίας.
Μπορεί να υπάρξει κοινωνία χωρίς τέχνη και συγγραφή; Σας ανησυχεί το μέλλον;
Σαν αισιόδοξος άνθρωπος πιστεύω πως όλα θα βελτιωθούν. Ίσως όχι τόσο γρήγορα όσο το επιθυμούμε, αλλά πιο αργά και βασανιστικά. Η τέχνη και η λογοτεχνία μπορούν να αποτελέσουν πυλώνες στήριξης της κοινωνίας γιατί η πραγματική καλλιέργεια του ανθρώπου έρχεται μέσα από την επαφή του με τις τέχνες και το διάβασμα. Είναι η ψυχική ανάταση που προσφέρουν σήμερα περισσότερο αναγκαία από ποτέ.
Ευχαριστούμε την κα. Σταυρίδου και τον εκδοτικό οίκο Ωκεανός, για την παραχώρηση της συνέντευξης.
-συνέντευξη
Λυδία Ψαραδέλλη