Ο συγγραφέας Χρήστος Γ. Φλουρή μας παρουσιάζει μια βαθιά συγκινητική ιστορία, με πρωταγωνίστρια μια γυναίκα που αντιμετωπίζει τα φαντάσματα του παρελθόντος και αναζητά εκδίκηση και εξιλέωση. Με αφορμή το βιβλίο του συγγραφέα, με τίτλο «Χάρτινες Μνήμες» που κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Διόπτρα, συζητάμε για πρόκληση συναισθημάτων, για την αυτογνωσία που προσφέρει η συγγραφή στον δημιουργό αλλά και κατά πόσο μπορεί να ενσταλάξει αντίσταση και δύναμη στους χαρακτήρες.
Πως αποφασίσατε να αφηγηθείτε την ιστορία σας μέσα από μια ηρωίδα και πόσο δύσκολο ή εύκολο ήταν αυτό και μάλιστα σε ένα αριστουργηματικό βιβλίο με άψογη πλοκή και γρήγορο ρυθμό; Πόσο διαφορετική θα ήταν η ιστορία αν ο πρωταγωνιστής σας ήταν ένας άντρας;
Κατ’ αρχάς ευχαριστώ πολύ για τα καλά σας λόγια για το βιβλίο. Το να αφηγηθεί κανείς μια ιστορία μέσα από έναν άνδρα ή μια γυναίκα, θεωρώ ότι είναι εξίσου δύσκολο, ακόμη κι αν η υπόθεση είναι προϊόν μυθοπλασίας, ακόμη κι αν οι χαρακτήρες είναι «κατασκευασμένοι». Ο συγγραφέας, κατά τη γνώμη μου, μπορεί να επέμβει μόνο ως ένα βαθμό στις επιλογές και στην δράση των ηρώων του, όσο κι αν αυτό φαίνεται παράξενο. Η επιλογή μιας γυναίκας στον ρόλο της κεντρικής ηρωίδας στο συγκεκριμένο βιβλίο, ίσως έχει να κάνει με την άποψη που έχω για τις γυναίκες, ότι κρύβουν μέσα τους μεγαλύτερη δύναμη απ’ όση οι άνδρες, ίσως γιατί είναι προορισμένες από τη φύση να γεννούν την ίδια τη ζωή. Δεν ξέρω αν η εξέλιξη και η κατάληξη της ιστορίας θα ήταν η ίδια αν πρωταγωνιστής ήταν άνδρας, πολύ πιθανόν να ήταν λιγότερο αποφασιστική.
Πως σας αρέσει να συστήνετε το νέο βιβλίο σας, στους πιθανούς αναγνώστες και τι πιστεύετε ότι θα τους μετατρέψει πιστούς αναγνώστες σας μετά την ανάγνωσή του;
Δεν μου αρέσει γενικά να βάζω ταμπέλες στα βιβλία κι αυτό γιατί κάθε αναγνώστης μπορεί να επικεντρώσει σε ένα διαφορετικό σημείο του. Τα βιβλία είναι πολυεπίπεδα. Έτσι άλλος θα μπορούσε να το χαρακτηρίσει κοινωνικό μυθιστόρημα, άλλος ψυχογράφημα, άλλος μια μελό ιστορία… Πάντα η τελική κρίση ανήκει στον αναγνώστη και σ’ αυτόν αφήνω την ευχέρεια να το χαρακτηρίσει όπως θέλει. Δεν ξέρω ποια στοιχεία της γραφής μου θα μπορούσαν να μετατρέψουν έναν τυχαίο σε πιστό αναγνώστη μου, όπως λέτε, αλλά θα ήθελα αυτά να είναι: η έλλειψη προσποίησης, η γλώσσα και η πρόκληση συναισθημάτων.
Πόσο καιρό κράτησε η διαδικασία συγγραφής του και πως κύλησε εκείνο το διάστημα η ζωή σας; Είναι η συγγραφή μια καθημερινή, αγαπημένη «ρουτίνα»; Είναι ανάγκη που υπονομεύει ή ενδυναμώνει κάθε άλλη ενασχόλησή σας;
Το μυθιστόρημα αυτό ξεκίνησε να γράφεται στις αρχές του 2012 και η συγγραφή του διήρκεσε αρκετούς μήνες. Η αλήθεια είναι ότι όταν ξεκινήσω ένα βιβλίο δεν μπορώ να σταματήσω με αποτέλεσμα να μου απορροφά πολύ χρόνο και ενέργεια είτε την ώρα που γράφω είτε όταν το σκέφτομαι. Η συγγραφή είναι η πρώτη ασχολία της ημέρας, η φόρα που παίρνω για να αντιμετωπίσω τα καθημερινά μου προβλήματα και ναι, θα την χαρακτήριζα αδήριτη ανάγκη που όχι μόνο δεν υπονομεύει αλλά αντίθετα ενισχύει τις υπόλοιπες δραστηριότητες μου. Θεωρώ δε μεγάλη ευλογία το ότι μπορώ μέσω αυτής να ξεφεύγω από τα καθημερινά, να κινούμαι σε άλλους τόπους, να ζω, να μιλώ, να σκέφτομαι μέσα από άλλα πρόσωπα τα οποία προσπαθώντας να γνωρίσω, τελικά αποκρυπτογραφώ περισσότερο τον εαυτό μου. Γιατί η συγγραφή είναι πιστεύω, μια διαρκής διαδικασία αυτογνωσίας.
Πως ξεκινάτε την συγγραφή ενός βιβλίου;
Το έναυσμα για το ξεκίνημα ενός βιβλίο είναι ο βασικός χαρακτήρας. Επιλέγω αν είναι άνδρας ή γυναίκα, ορίζω την ηλικία και την ψυχολογική του κατάσταση. Στην συνέχεια πηγαίνω στα τυφλά. Δεν προγραμματίζω, δεν προσχεδιάζω ούτε την εξέλιξη ούτε, πολύ περισσότερο την κατάληξη. Με λίγα λόγια δεν γνωρίζω περισσότερα απ’ όσα ένας αναγνώστης που αρχίζει να το διαβάζει. Αυτό βέβαια είναι δίκοπο μαχαίρι καθώς βρίσκομαι σε μια διαρκή αγωνία καθ’ όλη την διάρκεια της συγγραφής για το τι θα γίνει παρακάτω. Ψάχνω κι εγώ μαζί με τον μελλοντικό αναγνώστη τις αιτίες, τα κρυμμένα μυστικά, τα γεγονότα. Ίσως αυτό να με κάνει να δίνω γρήγορο ρυθμό στα βιβλία, να αποφεύγω τις περιττολογίες- τουλάχιστον έτσι πιστεύω- για να φτάσω γρήγορα κάπου. Από την άλλη αυτή η διαδικασία απαιτεί διαρκή συγκέντρωση και καθημερινή επαφή με το κείμενο για να μπορέσω να είμαι συνεπής και να μην υπάρχουν αντιφάσεις. Αν το καταφέρνω ή όχι, δεν το γνωρίζω και γι’ αυτό πάντα έχω μεγάλη αγωνία και περιέργεια για την υποδοχή του από το κοινό.
Ξεχνάτε τους χαρακτήρες των βιβλίων σας μετά την κυκλοφορία τους ή συνεχίζετε να «γράφετε» διαφορετικά σενάρια στο μυαλό σας; Πεθαίνουν ή υπάρχουν μέσα στο μυαλό σας για πάντα; Νιώθετε υπεύθυνος για εκείνους;
Πολύ ωραία ερώτηση, αλλά δύσκολο να απαντηθεί χωρίς να θεωρηθεί ότι λέω μεγάλα λόγια. Οι χαρακτήρες των βιβλίων είναι πάντα μέσα μου αν και αποφεύγω να ξαναπιάσω το βιβλίο στα χέρια μου μετά την συγγραφή του. Το ξανακοιτάζω μόνο στο στάδιο της επιμέλειας, λίγο πριν την έκδοση. Σαν να φοβάμαι να το πειράξω, σαν να μη θέλω να χαλάσω την στιγμή. Πολλές φορές έχω μπει στον πειρασμό να αλλάξω το τέλος, να «πειράξω» το περιεχόμενο, να δώσω άλλη τροπή, να προσθέσω ή να αφαιρέσω σκηνές και πρόσωπα. Αλλά σπάνια το κάνω, χωρίς να ξέρω αν αυτό είναι καλό ή κακό απαραιτήτως. Νιώθω υπεύθυνος για όσα παθαίνουν οι ήρωες μου, είτε από άλλους ανθρώπους, είτε από τη μοίρα είτε από την ίδια την ιστορία, αλλά νιώθω και ανακούφιση που έχω την ευκαιρία να ενσταλάξω μέσα τους αντίσταση και δύναμη. Οι ήρωές μου είναι συνήθως καθημερινά πάσχοντα πρόσωπα που τελικά καταφέρνουν, αν όχι να σωθούν, τουλάχιστον να αντισταθούν.
Θεωρείτε ότι η δική σας σχέση, από την ισχυρή θέση του συγγραφέα, με τα βιβλία είναι διαφορετική σε σχέση με ενός απλού αναγνώστη; Διαβάζετε τακτικά;
Πάντα διάβαζα ως αναγνώστης και όχι ως συγγραφέας. Εξάλλου τον τελευταίο αυτό τίτλο δεν τον έχω ακόμη αποδεχτεί για τον εαυτό μου. Η σχέση μου με τα βιβλία δεν άλλαξε από την στιγμή που άρχισα κι εγώ να γράφω. Ίσως να θαυμάζω περισσότερο από πριν κάποιους συγγραφείς ή ίσως να μην είμαι τόσο αυστηρός με βιβλία που δεν μου άρεσαν επειδή κατανοώ τον προσωπικό αγώνα ενός συγγραφέα ανεξαρτήτως του αποτελέσματος. Προσπαθώ να διατηρώ μια σχεδόν καθημερινή επαφή με το διάβασμα πράγμα που ωστόσο δεν το καταφέρνω πάντα καθώς η καθημερινότητά μου είναι, όπως και των περισσότερων ανθρώπων, γεμάτη. Ομολογώ ωστόσο ότι δεν έχω διαβάσει όσο θα ήθελα.
Πιστεύετε στον διαχωρισμό εμπορικού και ποιοτικού βιβλίου; Γράφετε βάσει του τι μπορεί να θέλει να διαβάσει το κοινό και έχει αλλάξει το κοινό στο οποίο απευθύνεστε μέσα στα χρόνια που ασχολείστε με την συγγραφή;
Όπως είπα και παραπάνω το βιβλίο όπως και κάθε μορφή τέχνης είναι κάτι εντελώς υποκειμενικό. Ωστόσο η ποιότητα και η εμπορικότητα είναι δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα και εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες. Δεν μπορεί κανείς να αμφισβητήσει ότι υπάρχουν βιβλία λιγότερο ποιοτικά που είναι ευπώλητα, πράγμα που σημαίνει ότι καλύπτουν ένα κοινό, και αριστουργήματα που δεν έτυχαν της διάδοσης και της αποδοχής που τους άξιζε. Όσον αφορά εμένα, δεν έχω γράψει ποτέ ως τώρα «κατά παραγγελία» και δεν νομίζω να υποκύψω στον πειρασμό. Απευθύνομαι δε, ή τουλάχιστον έτσι νομίζω ,σε ένα κοινό μέσης μόρφωσης. Δεν μου αρέσει η εκζήτηση αλλά ούτε και η ρηχότητα.
Τάσσεστε υπέρ του έντυπου βιβλίου ή της ψηφιακής μορφής; Ποια απολαμβάνετε περισσότερο;
Είμαι φανατικός οπαδός του έντυπου βιβλίου, χωρίς ωστόσο να απορρίπτω και την ψηφιακή μορφή του. Το τυπωμένο χαρτί μου ασκεί σίγουρα μεγαλύτερη γοητεία. Ωστόσο το σημαντικό είναι να διαβάζει κανείς κι όχι η μορφή του αναγνώσματος.
Γεννιέται κάποιος συγγραφέας ή γίνεται; Πότε συνειδητοποιήσατε ότι αγαπάτε τόσο δυνατά τις λέξεις;
Νομίζω ότι κανείς δεν γεννιέται τίποτα. Αυτό που διαθέτουμε ως εγγενές στοιχείο της ύπαρξής μας είναι η ανάγκη για έκφραση και επικοινωνία. Τελικά όμως όλοι γινόμαστε αυτό που γινόμαστε ανάλογα με τον χαρακτήρα μας καθώς και το περιβάλλον μέσα στο οποίο μεγαλώνουμε. Προσωπικά επέλεξα την γραφή ως τρόπο έκφρασης από πολύ μικρός, ίσως ακόμη από τα χρόνια του δημοτικού. Αλλά για πολλά χρόνια θεωρούσα πως με κάλυπτε μόνο το ότι έγραφα, πως δεν υπήρχε λόγος να διαβάσει κανείς τα έργα μου. Έπρεπε να περάσει πολύς καιρός για να κατανοήσω ότι η συγγραφή όπως και κάθε άλλη τέχνη είναι μια μορφή επικοινωνίας και η επικοινωνία χρειάζεται τουλάχιστον δύο, έναν πομπό και έναν δέκτη. Σήμερα μου φαίνεται το ίδιο αδιανόητο να σταματήσω να γράφω όσο και το να πάψω να βγάζω προς τα έξω τα έργα μου.
Ο Καζαντζάκης γράφει για την ευτυχία στο “Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά” ότι: “Η ευτυχία είναι πράγμα απλό και λιτοδίαιτο -ένα ποτήρι κρασί, ένα κάστανο, ένα φτωχικό μαγκαλάκι, η βουή της θάλασσας. Τίποτα άλλο.” Τι είναι για σας ευτυχία;
Αυτό ακριβώς.
Ευχαριστούμε τον κύριο Φλουρή και τις Εκδόσεις Διόπτρα για την παραχώρηση της συνέντευξης.
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα
Ο Χρήστος Γ. Φλουρής γεννήθηκε στο Ρέθυμνο της Κρήτης. Τελείωσε το δημοτικό στο χωριό του, τη Θεοδώρα, και το γυμνάσιο και το λύκειο στο Πέραμα Μυλοποτάμου. Σπούδασε ιστορία και αρχαιολογία στη Φιλοσοφική Σχολή Ρεθύμνου και στη συνέχεια εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή στο Istituto Universitario Orientale στη Νάπολη της Ιταλίας. Ζει και εργάζεται στη Σπάρτη. Είναι παντρεμένος και πατέρας δύο παιδιών. Η ποιητική του συλλογή Ενδόμυχα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Χαραμάδα, ενώ από τις εκδόσεις Ανάτυπο το μυθιστόρημά του Marea. Άλλα έργα του είναι τα μυθιστορήματα Ιφιγένειες και Σπίθα καθώς και η ποιητική συλλογή Σχεδόν Αθόρυβα.
Λίγα λόγια για το βιβλίο
Ανοίγοντας το άλμπουμ ήξερε τι θα αντιμετωπίσει.
Όμως δεν σκέφτηκε να το κλείσει…
Εκείνο το άλμπουμ με τις χάρτινες μνήμες θα της θυμίσει ξανά τη σκληρή πλευρά της ζωής, που ένιωσε τόσο νωρίς· τον εγκλεισμό στο ορφανοτροφείο, την εγκατάλειψή της από την ίδια της τη μητέρα, τα παιδικά χρόνια που της τα πήραν με τη βία. Το γλυκό νερό της αθωότητας που γλίστρησε μέσα από τα δάχτυλά της και δεν γυρνάει πίσω. Αλλά, ποτέ δεν είναι αργά…
Η Χαρά θα τολμήσει. Και αυτό είναι το σημαντικότερο στη ζωή. Να τολμήσεις να αλλάξεις το πεπρωμένο σου. Έτσι, η νεαρή γυναίκα θα ριχτεί στο κυνηγητό των φαντασμάτων που τη στοιχειώνουν από το καλά κρυμμένο παρελθόν της, με σκοπό να βρει την εκδίκηση, την αγάπη, το πάθος και εντέλει την απόλαυση της λύτρωσης.
Χάρτινες μνήμες, δεμένες με λαχτάρα για δικαιοσύνη
κι ανάγκη για εξιλέωση, που όρισαν ζωές.
Δείτε το στις Εκδόσεις Διόπτρα