Από τη Μαριάντζελα Ψωμαδέλλη

Εφηβικοί έρωτες, πιτζάμα πάρτυ, σχολικές ανησυχίες, χοροί αποφοίτησης και πασίγνωστες rock ‘n’ roll μελωδίες της δεκαετίας του 60! Αναρωτιέστε πού τα βρήκαμε όλα αυτά; Μα φυσικά στη σκηνή του Passport Music Theatre όπου και ανεβαίνει το πολυαγαπημένο μιούζικαλ «Grease» σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Μαλισσόβα.

Το Grease που έγραψε ιστορία στο Μπρόντγουεϊ ως ένα από τα μακροβιότερα έργα, είναι ένα μιούζικαλ που ταξιδεύει το θεατή στα πολύχρωμα, λαμπερά 60ς, μέσα από rock ‘n’ roll μελωδίες, ρομαντικά τραγούδια και έναν εφηβικό έρωτα που μας γυρίζει πίσω στα χρόνια της πρώτης μας αθωότητας. Όλα αρχίζουν όταν η Σάντι (Νάντια Μπουλέ), ένα ντροπαλό κορίτσι από την Αυστραλία ζει ένα καλοκαιρινό ειδύλλιο με τον περιζήτητο γόη Ντάνυ (Δήμος Αναστασιάδης). Οι ισορροπίες του ζευγαριού ανατρέπονται το Σεπτέμβριο με την τυχαία μεταγραφή της Σάντι στο σχολείο του αγαπημένου της. Όμως ο Ντάνυ δείχνει να την περιφρονεί μπροστά στους φίλους του καθώς φοβάται να μην χαλάσει την εικόνα του σκληρού γόη που έχουν για εκείνον. Η Σάντι ενοχλείται με τη συμπεριφορά του και απομακρύνεται. Το ζευγάρι περνάει από χίλια κύματα μέχρι το τέλος της σχολικής χρονιάς όπου και αποφασίζει να είναι μαζί. Κι όλα αυτά συμβαίνουν κάτω από τα αδιάκριτα βλέμματα των συμμαθητών και φίλων του ζευγαριού, της δασκάλας τους (Μάρω Κοντού) και ενός δημοφιλούς ραδιοφωνικού παραγωγού (Πέτρος Κωστόπουλος).

Τη σκηνοθεσία της παράστασης υπογράφει ο Δημήτρης Μαλισσόβας, ο οποίος ομολογουμένως είχε να αντιμετωπίσει αρκετές σκηνικές και οργανωτικές δυσκολίες και τα κατάφερε. Ο σκηνοθέτης έπρεπε να συντονίσει ένα πολυάριθμο θίασο, μια ζωντανή ορχήστρα και να αποδώσει επί σκηνής το γνωστό μιούζικαλ κρατώντας ένα καλό επίπεδο τόσο στα τραγούδια όσο και στο υποκριτικό κομμάτι της παράστασης. Του αναγνωρίζουμε την ενδιαφέρουσα διανομή των ρόλων σε ταλαντούχα νέα πρόσωπα που έδωσαν μια επιπλέον φρεσκάδα και θετική ενέργεια στο θέαμα διατηρώντας παράλληλα τον απαραίτητο ρυθμό στην παράσταση αλλά και την επιλογή της εξαιρετικής Μάρως Κοντού που με την εμπειρία και τη φινέτσα της έβαλε τη δική της σφραγίδα στο συνολικό αποτέλεσμα. Ωστόσο,η επιθυμία του σκηνοθέτη να προβάλλει ισάξια όλους τους πρωταγωνιστές του φωτίζοντας τις παράπλευρες ιστορίες τους, στέρησε την προσοχή του θεατή από την κεντρική ιστορία των δύο πρωταγωνιστών που δεν μας έπεισαν επαρκώς για το μεγάλο τους έρωτα.

Μετά την «Εβίτα», η Νάντια Μπουλέ συνεργάζεται εκ νέου με τον Δημήτρη Μαλισσόβα στο «Grease», ερμηνεύοντας τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Σάντι. Η ηθοποιός που διαθέτει μεγάλη σκηνική εμπειρία σε μιούζικαλ, κέρδισε κι αυτό το υποκριτικό στοίχημα αφού προσέγγισε το ρόλο της με μια χαριτωμένη αθωότητα αποδίδοντας παράλληλα εξαιρετικά τα τραγούδια της παράστασης. Ο Δήμος Αναστασιάδης, αν και πρωτάρης στη θεατρική σκηνή, στάθηκε επάξια στο πλευρό της ως γοητευτικός Ντάνυ ξεδιπλώνοντας τις φωνητικές του ικανότητες αλλά και το ταλέντο του στο χορό. Απολαυστική ήταν στο ρόλο της δασκάλας και η Μάρω Κοντού βάζοντας το δικό της λιθαράκι στην επιτυχία της παράστασης. Η καταξιωμένη ηθοποιός δικαιώς καταχειροκροτήθηκε από το κοινό. Ωστόσο, αρκετά αγχωμένος μας φάνηκε επί σκηνής ο Πέτρος Κωστόπουλος που αν και ο ρόλος του ραδιοφωνικού παραγωγού του ταιριάζει γάντι, έδειξε πως έχει δρόμο ακόμα μέχρι να φτάσει στο επιθυμητό υποκριτικό αποτέλεσμα.

Από τους υπόλοιπους συμμετέχοντες, ξεχωρίσαμε από τα κορίτσια την Ελένη Βαϊτσου στο ρόλο της αρχηγού των Pink Lady, την Ευγενία Σαμαρά στο ρόλο της πληθωρικής μαζορέτας και την Κρυσταλλία στο ρόλο της αφελούς νεαρής μαθήτριας (εξαιρετικές οι φωνητικές της ικανότητες). Από τα αγόρια, μας άρεσε ο Δημήτρης Σαμόλης που μπήκε από την πρώτη στιγμή στο πετσί του ρόλου του αλλά και ο Άρης Πλασκασοβίτης που απέδειξε για ακόμη μια φορά την υποκριτική του δεινότητα επί σκηνής. Ωστόσο, αυτός που μας κέρδισε περισσότερο από όλους ήταν ο Ίαν Στρατής που με τις τεράστιες φωνητικές του ικανότητες κατάφερε να ερμηνεύσει εξαιρετικά αρκετά από τα αγαπημένα μας τραγούδια από τη δεκαετία του 60’.

Υπέροχη δουλειά έκαναν τόσο ο χορογράφος Νίκος Μαριανός που συντόνισε το θίασο και προσάρμοσε τις χορογραφίες του στις φιγούρες της εποχής όσο και ο Ανδρέας Κουρέτας που ανέλαβε τη μουσική διδασκαλία και τη διεύθυνση της ορχήστρας και κατάφερε να μας ξεσηκώσει. Φανταστικά και ιδιαιτέρως προσεγμένα μας φάνηκαν τα κοστούμια της Γεωργίνας Γερμανού όπως και τα γραφικά του Κωνσταντίνου Γεωργαντά που έδωσαν μια νεανική ποπ διάθεση συντελώντας καταλυτικά στο συνολικό αποτέλεσμα.

Το μοναδικό ίσως μειονέκτημα της βραδιάς ήταν η λανθασμένη επιλογή χώρου για να στεγαστεί ένα τόσο μεγάλο και ακριβό θέαμα. Ο χώρος ενδείκνυται περισσότερο για συναυλιακές παραστάσεις παρά για θεατρικά θεάματα αφού τα καθίσματα είναι ιδιαιτέρως άβολα και ο χώρος είναι έτσι διαρρυθμισμένος που δεν επιτρέπει στο θεατή να έχει οπτική πρόσβαση στη σκηνή από παντού.

Στο σύνολό της, η παράσταση του Δημήτρη Μαλισσόβα είναι επιτυχημένη καθώς κατόρθωσε να φέρει μέσα στο καταχείμωνο το καλοκαίρι στις καρδιές μας σκορπώντας κέφι, θετική ενέργεια και ξεσηκώνοντας μικρούς και μεγάλους. Σας την προτείνουμε!

Καλή σας θέαση!