Από τη Μαριάντζελα Ψωμαδέλλη
Πενήντα χρόνια μετά την πρώτη παρουσίασή του στο ελληνικό κοινό, το εμβληματικό έργο του Ζαν Ζενέ, «Οι Δούλες» ζωντανεύει και πάλι στη σκηνή του Υπογείου του Θεάτρου Τέχνης σε μετάφραση και σκηνοθεσία της Μαριάννας Κάλμπαρη. Εμείς βρεθήκαμε εκεί για να το παρακολουθήσουμε το βράδυ της Τετάρτης, σε μια από τις τελευταίες του παραστάσεις και σας μεταφέρουμε τις εντυπώσεις μας.
«Οι Δούλες» είναι το πρώτο θεατρικό έργο που έγραψε ο Γάλλος συγγραφέας το 1947. Αφετηρία για τη συγγραφή αυτού του έργου στάθηκε η πραγματική ιστορία των αδελφών Κριστίν και Λέα Παπέν που καταδικάστηκαν το 1933 για την αποτρόπαια δολοφονία της κυρίας και της κόρης της στο σπίτι που εργάζονταν ως εσωτερικές υπηρέτριες. Ο Ζαν Ζενέ πληροφορήθηκε τυχαία αυτή την ιστορία στα μέσα της δεκαετίας του 40’, μέσα από ένα αστυνομικό περιοδικό και εμπνεύστηκε να γράψει το θεατρικό του έργο με τον πρωτότυπο τίτλο “Les bonnes” (Οι υπηρέτριες). Ωστόσο, ο Οδυσσέας Ελύτης που επιμελήθηκε την πρώτη μετάφραση του κειμένου. πριν από πενήντα χρόνια, επέλεξε να δώσει στο έργο τον τίτλο «Οι Δούλες», κάτι που διατηρήθηκε μέχρι σήμερα σε όλα τα ανεβάσματα που έχουν γίνει στη χώρα μας.
Πρόκειται για ένα έργο που κατά καιρούς τα μηνύματά του έχουν ερμηνευτεί με ποικίλους τρόπους χωρίς ωστόσο ποτέ να διακυβεύεται η διαχρονικότητά του που παραμένει αναλλοίωτη στο χρόνο. Θεματολογικά, η πλοκή του έχει να κάνει με δύο αδερφές υπηρέτριες, την Κλαιρ και τη Σολάνζ που καταστρώνουν την εξόντωση της λατρεμένης αλλά και απόλυτα μισητής τους Κυρίας. Όταν τα αφελή τους σχέδια αποτυγχάνουν, οι δυο απελπισμένες γυναίκες βρίσκουν διαφυγή σε ένα παιχνίδι μίμησης και ρόλων παίρνοντας η Κλαιρ το ρόλο της Κυρίας και η Σολάνζ το ρόλο της αδερφής της. Πόσο ακίνδυνο θα αποδειχτεί το παιχνίδι τους όταν τα περιθώρια στενέψουν; Η αυτοκαταστροφή των δυο γυναικών αποδεικνύεται μονόδρομος.
Ο συγγραφέας δίνει τη δυνατότητα στις δυο βασικές του ηρωίδες να εκφραστούν στήνοντας ένα θέατρο μέσα στο θέατρο. Εκείνες εισβάλλουν στα αγρίμια μέσα στον κόσμο αυτό και φορώντας το μανδύα της μεταμφίεσης, απογυμνώνουν τα πραγματικά τους συναισθήματα τόσο προς την Κυρία τους όσο και αυτά που τρέφουν η μία απέναντι στην άλλη. Παγιδευμένες σε ένα ανελέητο παιχνίδι εξουσίας και μεταμορφώσεων, ισορροπώντας ανάμεσα στο όνειρο και την πραγματικότητα, η Κλαιρ και η Σολάνζ βρίσκονται σε μια συναισθηματική σύγχυση εκφράζοντας ταυτόχρονα τη λατρεία τους για την Κυρία και συγκεκριμένα για την κοινωνική θέση που κατέχει ενώ παράλληλα την μισούν για ό,τι αντιπροσωπεύει καθώς τους θυμίζει ποιές είναι εκείνες πραγματικά.
Ο Ζαν Ζενέ αντιμετωπίζει τις «Δούλες» του ως αντι- ηρωίδες αποκαλύπτοντας τις αδυναμίες του χαρακτήρα τους μέσα από σκλήρες, τρυφερές, ακραίες και βαθιά συναισθηματικές ανθρώπινες στιγμές τους. Μέσα από τη σκοτεινιά της ψυχής τους και τα συναισθήματα φθόνου, μίσους και δουλοπρέπειας που βιώνουν, δείχνουν ξεκάθαρα στο θεατή τα τρωτά τους σημεία αντικρίζοντας τον εαυτό τους γυμνό από κάθε τι περιττό.
Βρήκαμε πολύ σύγχρονη τη μετάφραση του κειμένου από τη Μαριάννα Κάλμπαρη ενώ και η σκηνοθετική της ματιά πάνω στο έργο είναι ιδιαιτέρως πρωτοποριακή, επιχειρώντας μια ολότελα διαφορετική προσέγγιση από όσες είχαμε δει στο παρελθόν. Η επιλογή της σκηνοθέτη να τοποθετήσει παντού πάνω στη σκηνή καθρέφτες έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην εξέλιξη της πλοκής καθώς ο αλληλοκαθρεφτισμός των δύο υπηρετριών επιβεβαίωνε τη θέση τους και φούντωνε τα συναισθήματα συμπάθειας μα και οργής που τρέφουν η μία για την άλλη οδηγώντας τες σε ακραίες συμπεριφορές και την κορύφωση της δράσης.
Παράλληλα, οι καθρέφτες αυτοί έδωσαν τη δυνατότητα στους θεατές να καταλάβουν πως είναι οι ίδιοι που βρίσκονται στο ρόλο που έχουν οι δούλες. Με τα μικρά και τα μεγάλα τους όνειρα, τα ψέμματα που λένε στον εαυτό τους και στους άλλους, την απελπισμένη ανάγκη τους να δραπετεύουν από την πραγματικότητα και να φαντασιώνονται μια άλλη ζωή από αυτή που ζουν, ζηλεύοντας αυτό που δεν έχουν και ξέρουν ότι δε θα το αποκτήσουν ποτέ. Το εύρημα της Μαριάννας Κάλμπαρη ήταν κυριολεκτικά μια γροθιά στο στομάχι του θεατή. Της αξίζουν συγχαρητήρια για την τόλμη της.
Στους ρόλους των δούλων απολαύσαμε την Κάτια Γέρου στο ρόλο της Σολάνζ και την Κωνσταντίνα Τάκαλου στο ρόλο της Κλαιρ. Οι δυο ηθοποιοί που είχαν τρομερή χημεία επί σκηνής, προσέγγισαν τις ηρωίδες τους περισσότερο ως σύμβολα και λιγότερο ως γυναικείες παρουσίες. Υπηρέτησαν με ευλάβεια τα διαφορετικά συνθετικά στοιχεία του ρόλου τους, κυριεύτηκαν από την απελπισία των ηρωίδων τους και απογείωσαν το έργο στα απαιτούμενα σημεία. Εξαιρετική και η Μαριάννα Κάλμπαρη στο ρόλο της Κυρίας. Αν και το πέρασμα της Κυρίας από τη σκηνή είναι μικρό, ήταν ωστόσο αρκετό για να ανατρέψει πλήρως τα σχέδια των δύο αδερφών επιβεβαιώνοντας για ακόμη μια φορά τον κυρίαρχο ρόλο της στις ζωές τους.
Ενδιαφέρουσα βρήκαμε τη σκηνογραφία της Χριστίνας Κάλμπαρη που κατάφερε να αναδείξει τη δράση του έργου και να στήσει την απαιτούμενη ατμόσφαιρα που ευνόησε τον αλληλοκαθρεφτισμό των ηρώων. Στοχευμένοι και οι φωτισμοί της Στέλλας Κάλτσου που ενίσχυσε τη δυναμική των δράσεων τονίζοντας παράλληλα τη δραματικότητα των πρωταγωνιστριών.
Στο σύνολό της, η παράσταση «Οι Δούλες» της Μαριάννας Κάλμπαρη είναι καλοδουλεμένη και αρκετά πρωτοποριακή δίνοντας τη δυνατότητα στο θεατή να ξανασυστηθεί με το διαχρονικό έργο του Ζαν Ζενέ. Αξίζουν συγχαρητήρια σε όλους τους συντελεστές.