Έλενα Χουσνή: «Η λογοτεχνία μπορεί και πρέπει να μιλά για τα όσα συμβαίνουν στην κοινωνία»

Έλενα Χουσνή: «Η λογοτεχνία μπορεί και πρέπει να μιλά για τα όσα συμβαίνουν στην κοινωνία»

Με αφορμή την κυκλοφορία του νέου βιβλίου της Έλενας Χουσνή με τίτλο «Το παιδί με τη ριγέ μπλούζα» από τις Εκδόσεις Κύφαντα, συνομιλούμε για την παγίδευση παιδιών και εφήβων από τα σκοτεινά κυκλώματα του ηλεκτρονικού εγκλήματος και της παιδικής πορνογραφίας, για το πως αποτυπώνει η λογοτεχνία τη σημερινή πραγματικότητα, για χαρακτήρες που ο καιρός τους μετατρέπει σε «φίλους» ενός συγγραφέα αλλά και την ευαλωτότητα της ελληνικής κοινωνίας.

 

Κυρία Χουσνή, το βιβλίο σας μιλάει για μια φρικτή διάσταση της πραγματικότητας. Θέλετε να μας μιλήσετε λίγο για την υπόθεση του βιβλίου σας;

Ε.Χ.: Το βιβλίο πραγματεύεται, πάντα στα πλαίσια της μυθοπλασίας το μεγάλο ζήτημα του ηλεκτρονικού εγκλήματος και ειδικότερα της παιδικής πορνογραφίας. Της παγίδευσης παιδιών και εφήβων από τα σκοτεινά αυτά κυκλώματα. Εκείνο που επεχείρησα να αναδείξω είναι η ευαλωτότητα που έχει η ελληνική κοινωνία σήμερα, ως μια κοινωνία σε κρίση, απέναντι σε αυτά τα αδυσώπητα κυκλώματα. Ευαλωτότητα που στηρίζεται αφενός στην άγνοια και άρα την μη προστασία και αφετέρου στο δυσανάλογα βαρύ ψυχολογικό φορτίο που έχει επωμιστεί η οικογένεια λόγων των πολλαπλών προβλημάτων που αντιμετωπίζει αλλά κυρίως της αγωνίας για την επιβίωση..

 

Πόση έρευνα χρειάστηκε για να το ολοκληρώσετε και πως την πραγματοποιήσατε; Απευθυνθήκατε σε ανθρώπους του χώρου ή σε δημοσιοποιημένες έρευνες στο διαδίκτυο;

Ε.Χ.: Απαιτήθηκε μακροχρόνια έρευνα γιατί έπρεπε να κατανοήσω των τρόπο λειτουργίας αυτών των κυκλωμάτων σε διεθνές επίπεδο αλλά στη χώρα μας. Κοντά σε αυτό η έρευνα αφορούσε και τα ίδια τα θύμα της σεξουαλικής κακοποίησης, την ψυχολογική υποστήριξη που τους παράσχεται, όταν τους παράσχεται, τους δικαστικούς μηχανισμούς, την νομοθεσία, την διεθνή συνεργασία πάνω στο ηλεκτρονικό έγκλημα. Παράλληλα να δω και την ευρύτερη ψυχολογική και κοινωνιολογική προσέγγιση θεμάτων όπως η κακοποίηση των παιδιών και εφήβων. Πολύτιμος βοηθός σε αυτό υπήρξε ο Επικεφαλής της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, κ. Γιώργος Παπαπροδρόμου τον οποίο ευχαριστώ από καρδιάς. Το έργο της Δίωξης είναι πολύ σημαντικό και είναι ακόμη πιο σημαντικές οι παρεμβάσεις που κάνει σε επίπεδο πρόληψης με εκατοντάδες ενημερώσεις προς γονείς αλλά και παιδιά. Και ναι στο υλικό που μελέτησα ήταν και έρευνες, στατιστικά στοιχεία διπλωματικές εργασίες, αρθρογραφία κλπ.

 

Μπορεί ένας συγγραφέας να αφυπνίσει το αναγνωστικό κοινό και να το κάνει να κινητοποιηθεί και εν τέλει να διαμορφώσει συμπεριφορές;

Ε.Χ.: Στόχος της λογοτεχνίας δεν είναι να διαμορφώσει συμπεριφορές, ούτε και απόψεις. Γι` αυτό υπάρχουν, ευτυχώς, οι αρμόδιοι φορείς. Αλλά η λογοτεχνία μπορεί, νομίζω, και πρέπει να μιλά για τα όσα συμβαίνουν στην κοινωνία. Να μιλά όχι για να προσφέρει λύσεις αλλά για να προβληματίσει και να επιχειρήσει – πράγμα δύσκολο – να φωτίσει ένα μικρό κομμάτι του ζητήματος. Ειδικότερα η αστυνομική λογοτεχνία, έτσι όπως έχει εξελιχθεί στις μέρες μας, την κάνει αυτή την κοινωνική ανατομία. Κάνει, δηλαδή, μέσα από την ιστορία που κάθε φορά αφηγείται και μια αναφορά, ένα σχόλιο πολιτικό και κοινωνικό για τα μεγάλα προβλήματα της εποχής. Εύχομαι στο «Παιδί με τη Ριγέ Μπλούζα» να κατάφερα να ενεργοποιήσω έναν μικρό έστω προβληματισμό για αυτό το τόσο δύσκολο θέμα. Αλλά αυτό θα το κρίνουν οι αναγνώστες.

 

Μιλήστε μας για την πολυδιάσταση δημοσιογράφο, ηρωίδα του βιβλίου σας, Νάνσυ Καρβούνη. Έχει στοιχεία της Έλενας αυτή η δαιμόνια δημοσιογράφος;

Ε.Χ.: Νομίζω ότι στους ήρωες ο συγγραφέας «μοιράζει», συνειδητά ή ασυνείδητα, δικά του χαρακτηριστικά ή και χαρακτηριστικά φίλων του και ανθρώπων που έχουν περάσει από την ζωή του. Η Νάνσυ Καρβούνη, πρωταγωνίστρια και στα τρία βιβλία μου μέχρι στιγμής, είναι μια γυναίκα δυναμική. Μια δημοσιογράφος που προσπαθεί να ξεπερνά την επιδερμική προσέγγιση της ειδησεογραφίας και να προχωρά στο βάθος των ζητημάτων. Επηρεασμένη και η ίδια από την ευρύτερη κρίση, αγωνιά σε προσωπικό και επαγγελματικό επίπεδο για όσα συμβαίνουν γύρω της. Κινείται και αυτή, όπως όλοι μας, στο τεντωμένο σκοινί που η δύσκολη περιρρέουσα ατμόσφαιρα δημιουργεί. Δεν ταυτίζομαι με την Νάνσυ και νομίζω ότι δεν μοιάζουμε παρά ελάχιστα ως χαρακτήρες. Είναι, όμως, οφείλω να το πω, ένας αγαπημένος χαρακτήρας, σχεδόν «φίλη» πια. Μην ξεχνάτε ότι πορεύομαι μαζί της σχεδόν έξι χρόνια.

 

Έλενα Χουσνή: «Η λογοτεχνία μπορεί και πρέπει να μιλά για τα όσα συμβαίνουν στην κοινωνία»

 

Όταν δικαιολογείται και ο τίτλος του βιβλίου, στην γνωστή σελίδα 100, ο αναγνώστης περιμένει ότι καθώς η συγγραφέας θέλει να μάθει περισσότερα, θα μάθουμε και ποιο είναι τελικά αυτό το παιδί. Ίσως κάπου υπάρχουν αυτά τα ερωτήματα που μένουν τελικά αναπάντητα όπως για πχ ποιο είναι το όνομά του, έχει γονείς που ακόμα το ψάχνουν, ήταν ευτυχισμένο με την οικογένειά του κλπ. Υπήρχε στα συγγραφικά σας σχέδια κάτι τέτοιο;

Ε.Χ.: Αρχικά ναι. Στη συνέχεια όμως αποφάσισα ότι δεν είχε σημασία αυτό. Και ότι δεν ήθελα να δώσω «όνομα» σε αυτό το παιδί. Η ιστορία του είναι αρκετά φρικιαστική από μόνη της. Στην δική μου συνείδηση αυτό το παιδί θα μπορούσε να είναι οποιοδήποτε παιδί δεν τα καταφέρνει. Οποιοδήποτε παιδί για το οποίο δεν κάναμε αρκετά για να το προφυλάξουμε από αυτή την φρίκη. Άρα δεν έχει σημασία ποιο είναι το όνομά του, ποια ή οικογένειά του, που ζούσε κτλ. Επίσης, θεώρησα ότι αν προχωρούσα στην περιγραφή όλων των στοιχείων της ζωής του θα «προσχωρούσα» σε μια βαναυσότητα χωρίς νόημα, τη στιγμή που στόχος μου δεν ήταν να επιλέξω την εύκολη λύση του να σοκάρω συνεχώς. Όπως είδατε ουσιαστικά η ιστορία του περιγράφεται σε πέντε αράδες. Αρκούν, κατά την άποψή μου.

 

Επιλέγετε να διηγηθείτε μέρος της ιστορίας από την μεριά του κακού χαρακτήρα του βιβλίου σας. Αυτό οδηγεί τον αναγνώστη σε ένα μικρό σοκ όταν καταλαβαίνει τον ρόλο αυτού του ανθρώπου ή δικαιολογεί καταστάσεις;

Ε.Χ.: Στην αστυνομική λογοτεχνία οι «κακοί» έχουν περίοπτη θέση. Είναι αυτοί που κινούν εν πολλοίς τα νήματα. Στο συγκεκριμένο βιβλίο οι «κακοί» – αν και η λέξη μοιάζει λίγη για να περιγράψει την βαναυσότητά τους- δίνουν την δική τους εκδοχή. Αυτό γίνεται για να είναι πιο σαφής ο δικός τους τρόπος σκέψης και λειτουργίας. Να «φωτίσει» τη δική τους πλευρά. Και έτσι, ίσως, να γίνει και πιο πειστική η αφήγηση. Ωστόσο, όπως καταλαβαίνετε, η αφήγηση αυτή ήταν, σε ψυχολογικό επίπεδο, μια άσκηση τρόμου, έστω και επί χάρτου.

 

Τελικά, είναι «σκοτεινό» το βιβλίο ή αισιόδοξο;

Ε.Χ.: Θα έλεγα και τα δύο με κάποιο τρόπο. «Σκοτεινό» γιατί περιγράφει μια πραγματικά «βλοσυρή» πραγματικότητα, που δύσκολο είναι να την αγνοήσεις αφού ακουμπά ή απειλεί να ακουμπήσει τις ζωές όλων μας. Και αισιόδοξο γιατί, ελπίζω, περνά το μήνυμα ότι ο πόλεμος είναι ανηλεής αλλά υπάρχουν τρόποι να κερδηθεί.

 

Είστε υπέρ της τοποθέτησης ότι το διαδίκτυο είναι επικίνδυνο και πρέπει να το αποφεύγουν, τουλάχιστον τα παιδιά;

Ε.Χ. : Είμαι υπέρ της άποψης ότι το διαδίκτυο είναι ένα εργαλείο που όπως όλα τα «εργαλεία» μπορεί μια χαρά να μας ψυχαγωγήσει, βοηθήσει, συνδράμει αρκεί να ακολουθούμε τους κανόνες ασφαλείας και δεν είναι στ` αλήθεια τόσο δύσκολο. Είναι λοιπόν θέμα χρήσης και όχι μέσου.

 

Μετά την ολοκλήρωση του βιβλίου, ποια είναι η δική σας αίσθηση; Νιώθετε περήφανη για το αποτέλεσμα;

Ε.Χ. : Νιώθω ανακούφιση γιατί ολοκληρώθηκε μια επώδυνη ψυχολογικά διαδικασία αλλά συνάμα καθαρτική. Έτσι γίνεται πάντα με την συγγραφή. Νιώθω, επίσης, χαρά γιατί ο εκδότης των Κυφάντων Γιάννης Χουτόπουλος εμπιστεύτηκε το έργο μου και θέλησε να το εκδώσει. Και θα νιώσω περήφανη εάν και εφόσον «Το παιδί με τη Ριγέ Μπλούζα» καταφέρει να κάνει ένα μακρύ ταξίδι στις καρδιές των αναγνωστών. Πλέον είναι κυριολεκτικά στα χέρια τους!

 

Μπορείτε να φανταστείτε ένα μέλλον χωρίς βιβλία;

Ε.Χ.: Πραγματικά με τρομάζει και μόνο η ιδέα!

 

-συνέντευξη
Λυδία Ψαραδέλλη

 

Διαβάστε επίσης:

«Το παιδί με τη ριγέ μπλούζα» -κριτική του βιβλίου της Έλενας Χουσνή

Νέα κυκλοφορία: “Το παιδί με τη ριγέ μπλούζα”