Στο καινούριο της μυθιστόρημα που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο με τον τίτλο «Η Ζωή Απέναντι», η συγγραφέας Σοφία Δημοπούλου παίζει με τη λέξη «ζωή».
Υπάρχει η Ζωή, η απέναντι γειτόνισσα, που παρατηρεί τους κεντρικούς ήρωες από μακριά αλλά επεμβαίνει καθοριστικά κι αθόρυβα στην εξέλιξη της ιστορίας. Και έπειτα, υπάρχει και η ζωή ως έννοια, ως βίωμα. Αλλιώς τη ζούνε οι ήρωές μας τη ζωή τους και διαφορετικά τη βιώνουνε μέσα τους. Είναι σαν να νιώθουν ότι κάτι τους ξεφεύγει, πως κοιτάνε τη ζωή τους από απέναντι.
Έτσι την κοιτούν τα πρόσωπα της ιστορίας του βιβλίου «Η Ζωή Απέναντι». Κάποια από αυτά προσπαθούν να αντιδράσουν, άλλα συμβιβάζονται κι αναμένουν…
Σήμερα συνομιλούμε με τη συγγραφέα για τον λόγο για τον οποίο η ιστορία της ανθρωπότητας επαναλαμβάνεται, για χαμηλόφωνες συζητήσεις που έμειναν στη σκέψη μέχρι να αποτυπωθούν σε ένα βιβλίο αλλά και για το νοερό καθρέφτη που μπορεί να τοποθετήσει ο συγγραφέας με τη γραφή του και να αφυπνίσει τους αναγνώστες.
Το βιβλίο σας μιλάει για την περίοδο της δικτατορίας, μια ιδιαίτερα σκληρή ιστορική εποχή για την Ελλάδα. Γιατί επιλέξατε αυτό το χρονικό πλαίσιο; Βοηθάει την εξέλιξη της ιστορίας ή θέλατε να μεταφέρετε κάποια ιστορικά στοιχεία στους αναγνώστες σας;
Δεν ήταν πρωταρχικός σκοπός μου να γράψω μια ιστορία για εκείνη την περίοδο. Ήθελα να γράψω ένα βιβλίο με τις δικές μου μνήμες από την παιδική μου ηλικία που συνέπεσε με εκείνη την ταραγμένη εποχή. Επιπλέον, καθώς κάποια από τα γεγονότα και πρόσωπα του βιβλίου είναι πραγματικά, ήθελα να τα εντάξω στο φυσικό τους χρονικό πλαίσιο, που είναι η περίοδος της χούντας, γιατί αυτό καθορίζει τις πράξεις και τις σχέσεις των ηρώων και άρα την έκβαση της ιστορίας.
Πιστεύετε ότι η ιστορία έχει την τάση να επαναλαμβάνεται και αν ναι, ο άνθρωπος μαθαίνει πραγματικά από κάποιες σκοτεινές σελίδες της;
Η Ιστορία επαναλαμβάνεται γιατί οι άνθρωποι επαναλαμβάνουμε παλιές συμπεριφορές και πρακτικές. Πάντα είναι χρήσιμη η μελέτη του παρελθόντος. Όχι όμως με διάθεση νοσταλγίας, μα με σκοπό να διδαχτούμε απ’ αυτό. Το κακό είναι, πως γενικά έχουμε έλλειψη ιστορικής συνείδησης και διάθεσης να χρησιμοποιήσουμε την εμπειρία σαν εργαλείο για την επίλυση των σύγχρονων προβλημάτων μας. Όσο εμμένουμε στην απλή νοσταλγία θα επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη.
Πως ήρθε η έμπνευση για να γράψετε την συγκεκριμένη υπόθεση; Είναι κάποια ιδιαίτερη στιγμή εκείνη, που έμεινε αποτυπωμένη στο μυαλό σας;
Οι μικρές ιστορίες των ηρώων πίσω από την επίσημη Ιστορία που συζητούσαν οι γονείς μου χαμηλόφωνα, μου είχαν τραβήξει την προσοχή από τότε που ήμουν παιδί, τις κουβαλούσα μέσα στο μυαλό μου για χρόνια. Όταν μια από τις πρωταγωνίστριες πέθανε, σκέφτηκα πως ήταν καιρός να καταθέσω τις μνήμες μου από εκείνα τα χρόνια. Αν και μικρή τότε, θυμάμαι πολλά· την απαγόρευση της κυκλοφορίας, την τιμωρία που μου επιβλήθηκε γιατί τραγουδούσα το «Πότε θα κάνει ξαστεριά», το φόβο του επιθεωρητή στο σχολείο. Όλα ήθελα να τα χωρέσω σ’ αυτό το βιβλίο, που είναι κυρίως ένα βιβλίο για το φόβο.
Η ιστορία σας περιλαμβάνει πολλές ανατροπές αλλά και έντονα συναισθήματα. Έχετε συνειδητοποιήσει την συγγραφική δύναμη που ασκείτε μέσα από την γραφή σας;
Γράφω όπως αισθάνομαι εγώ μέσα στην ιστορία. Μ’ αρέσει να κεντρίζω το συναίσθημα γιατί θεωρώ πως αν ο αναγνώστης μείνει συναισθηματικά αμέτοχος, νιώθει πως όλο το βιβλίο δεν τον αφορά. Θέλω όχι να παρασύρω συναισθηματικά τον αναγνώστη, αλλά να τον εξαναγκάσω να δει το δικό του συναισθηματικό δυναμικό.
Οι γονείς της ηρωίδας σας την απομονώνουν και την υπερπροστατεύουν. Πιστεύετε ότι αυτό της έκανε πραγματικά καλό ή την έκανε πιο ευάλωτη στις εξελίξεις;
Οι άνθρωποι της δικής μου γενιάς, μεγαλώσαμε από γονείς που πίστευαν πως ξέρουν καλύτερα, πως επειδή είχαν περάσει Κατοχή και πολέμους είχαν μεγαλύτερη εμπειρία ζωής. Έτσι προσπαθούσαν να μας προστατέψουν από τα πάντα περιορίζοντάς μας με απαγορεύσεις και κανόνες. Εμείς με τη σειρά μας ως γονείς, είμαστε μεν πιο χαλαροί, συνεχίζουμε να υπερπροστατεύουμε όμως τα παιδιά μας, εμποδίζοντάς τα να εξελιχθούν φυσιολογικά ως προσωπικότητες. Πιστεύω πως αυτή η ανάγκη μας να προφυλάξουμε τα παιδιά απομονώνοντάς τα από το «εχθρικό» και σκληρό περιβάλλον είναι ολέθρια, γιατί αφήνουμε τους νέους απαίδευτους και ευάλωτους. Δεν μπορούμε να προστατέψουμε από τα λάθη τα παιδιά μας και δεν πρέπει. Οφείλουμε απλά να τα στηρίζουμε όταν θα κάνουν το λάθος. Οι γονείς της Δάφνης λειτούργησαν όπως οι περισσότεροι γονείς της εποχής· με αυστηρότητα. Η μικρή Δάφνη ήταν από τη φύση της ανήσυχη και τολμηρή, όπως ευτυχώς είναι οι περισσότεροι νέοι.
Όταν εισάγετε νέο χαρακτήρα στην ιστορία σας, τα πάντα αλλάζουν, μυστικά αποκαλύπτονται και οι άνθρωποι εξελίσσονται. Είναι έτοιμοι οι ήρωές σας για αυτόν τον κυκεώνα αλλαγών;
Κανένας άνθρωπος στην πραγματικότητα δεν είναι έτοιμος για τέτοιου είδους αλλαγές. Κι αυτό φέρνει όλες τις συγκρούσεις σε συνειδησιακό επίπεδο και αποκαλύπτει και όλες τις πτυχές της ανθρώπινης ζωής. Η προσαρμοστικότητα ή μη των ηρώων καθορίζει εντέλει και πώς θα προχωρήσει η ιστορία. Αυτό, είναι δική μου συνειδητή επιλογή, ανάλογα με το τι θέλω να πω μέσα από το βιβλίο μου.
Σε ποιο σημείο της ιστορίας σας αφιερώσατε περισσότερο χρόνο; Σας δυσκόλεψε κάτι ή απαιτήθηκε περισσότερη έρευνα;
Αντίθετα με άλλα βιβλία μου, το «στήσιμο» του σκηνικού της καθημερινότητας εκείνης της εποχής ήταν εύκολο, αφού είχα η ίδια μνήμες από εκείνη την περίοδο. Το μόνο που χρειάστηκε λίγο παραπάνω έρευνα ήταν κάποια ιστορικά στοιχεία, η διασταύρωση δηλαδή των πραγματικών γεγονότων που λίγο πολύ θυμόμουν, αλλά όχι με ακρίβεια. Μια ακόμα δυσκολία που είχα ήταν η ένταξη των ιστορικών γεγονότων ανάμεσα στα φανταστικά, ώστε να μην μειώνεται η σπουδαιότητά τους, αλλά και να μην ξεχωρίζουν αφηγηματικά σε βάρος της μυθοπλασίας. Η ιστορία του βιβλίου είναι φανταστική, το ιστορικό της όμως πλαίσιο είναι απολύτως ακριβές και αυτή η ζεύξη του πραγματικού με το φανταστικό έπρεπε να γίνει με φυσικότητα.
Είπατε «αντίο» στους χαρακτήρες σας βάζοντας την τελευταία τελεία ή συνεχίζουν να ζουν;
Όπως κάθε φορά που τελειώνει ένα βιβλίο αφήνω τους ήρωες να ταξιδέψουν στο χρόνο και να «ζήσουν» σε ένα παράλληλο σύμπαν, έτσι και σ΄ αυτό δεν τους ξεχνώ, αφού πέρασα μαζί τους δυο χρόνια περίπου, τους αναπολώ μεν, τους προσπερνώ δε και προχωρώ στους επόμενους.
Μπορεί ένας συγγραφέας να αλλάξει τον τρόπο που φέρεται η ανθρωπότητα, να διαμορφώσει συμπεριφορές και να επηρεάσει ζωές και κοινωνίες;
Σκοπός του συγγραφέα είναι να προσφέρει αρχικά αισθητική απόλαυση μέσω της τέχνης του, όχι να κάνει κήρυγμα ή διδασκαλία. Τα έργα όμως λειτουργούν σαν καθρέφτης της κοινωνίας κι αυτή κυρίως πιστεύω πως είναι η λειτουργία της συγγραφής ως τέχνη· να τοποθετεί μπροστά στα μάτια του αναγνώστη έναν νοερό καθρέφτη μέσα από τον οποίο μπορεί να δει τα κακά και τα ανάποδα του κόσμου. Δεν μπορεί να δώσει έτοιμες λύσεις, μονάχα συσσωρευμένη εμπειρία και στήριξη. Ως εκ τούτου μπορεί να επηρεάσει συνειδήσεις προς το γενικό καλό.
Υπάρχει μέλλον χωρίς βιβλίο;
Η ύπαρξη του βιβλίου αποτελεί ένα είδος ταυτότητας της κοσμικής παρουσίας του ανθρώπου και διαβατήριο στις γνώσεις και στις ιδέες για να μπορούν διαχέονται στον τόπο και το χρόνο. Αν σταματούσε το βιβλίο, η ίδια η ζωή θα επιβραδυνόταν και θα άλλαζε ποιότητα προς το χειρότερο. Παραφράζοντας λιγάκι τα λόγια του Αξελού, «το βιβλίο είναι συνιστώσα του Κόσμου και βασικός συμμέτοχος στο μεγάλο Παιχνίδι του Κόσμου» πιστεύω πως, ακόμα κι αν αλλάξει μορφή, το βιβλίο θα είναι πάντα ένας δυνατός πυλώνας της ανθρωπότητας.
Ευχαριστούμε πολύ τη συγγραφέα για την παραχώρηση της συνέντευξης.
-συνέντευξη
Λυδία Ψαραδέλλη