John Connoly: "Φονικό είδος"

,

John Connoly: “Φονικό είδος”

Ο John Connoly δίνει για τρίτη φορά πνοή στον ντετέκτιβ του Τσάρλι Πάρκερ στο βιβλίο του “Φονικό είδος”, ένα μείγμα θρίλερ και αστυνομικής ιστορίας, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις BELL (β’ εκδοση) σε μετάφραση Πητ Κωνσταντέα. Όσοι έχετε διαβάσει τις προηγούμενες περιπέτειές του θα επιστρέψετε για άλλη μια ισχυρή δόση John Connoly και όσοι δεν τον γνωρίζετε ήδη, σίγουρα διαβάζοντας την δυνατή υπόθεσή του, θα μπείτε στον πειρασμό να γίνετε φανατικοί αναγνώστες του.

Όταν η Γκρέις Πελτιέ αυτοκτονεί, κανένας δεν μπορεί να το πιστέψει, αλλά όταν ανακαλύπτεται ένας ομαδικός τάφος στο βόρειο Μέιν, που σχετίζεται με μια παραθρησκευτική οργάνωση της δεκαετίας του 60, όλα δείχνουν ότι οι δύο υποθέσεις συνδέονται μεταξύ τους. Τι καλύτερο για έναν ντετέκτιβ σαν τον Τσάρλι Πάρκερ ο οποίος θα βρεθεί σε έναν ατελείωτο κύκλο βίαιων αναμετρήσεων με τον κακό της υπόθεσης, τον κύριο Παντ.

Σε μια σειρά γεγονότων και αποκαλύψεων έρχονται να προστεθούν οι ολοζώντανες περιγραφές του Connoly, που μας θυμίζουν για πιο λόγο λατρεύουμε τις σελίδες των βιβλίων του. Γιατί αυτή δεν είναι μια απλή αφήγηση αλλά ένα μαγευτικό ταξίδι στον κόσμο ενός συγγραφέα που χειρίζεται τις λέξεις με σεβασμό προσφέροντας στους αναγνώστες ενδιαφέροντα βιβλία, με πλούσια πλοκή και μυστήριο. Βιβλία που αδυνατούν να αποχωριστούν  οι αναγνώστες, ακόμα και όταν φτάνουν στην τελευταία τους σελίδα.

Σας παραθέτω ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα, που μέσα από την απλότητά του, δείχνει το μεγαλείο του συγγραφέα:

«Ο πατέρας μου ήταν κι εκείνος μπάτσος, μέχρι που αυτοκτόνησε. Κάποτε ανησυχούσα για τον πατέρα μου. Έτσι κάνουν όλα τα παιδιά των αστυνομικών –ή, τουλάχιστον, έτσι έκανα εγώ. Τον αγαπούσα και τον ζήλευα: ζήλευα τη στολή του, τη δύναμή του, τη συντροφικότητα των φίλων του. Παράλληλα, όμως, ανησυχούσα γι’ αυτόν. Ανησυχούσα συνεχώς. Η Νέα Υόρκη στη δεκαετία του 1970 δεν ήταν όπως η σημερινή Νέα Υόρκη· οι αστυνομικοί πέθαιναν στους δρόμους πολύ πιο εύκολα, καθώς τους εξολόθρευαν σαν να ήταν κατσαρίδες. Το έβλεπες στις εφημερίδες και στη τηλεόραση, κι εγώ το έβλεπα στα μάτια της μητέρας μου κάθε φορά που χτυπούσε αργά το κουδούνι της πόρτας μας, ενώ ο πατέρας μου βρισκόταν σε υπηρεσία. Δεν ήθελε να γίνει άλλη μια χήρα αστυνομικού που είχε πεθάνει στον βωμό του καθήκοντος. Το μόνο όπου ήθελε ήταν να γυρίσει ο άντρας της σπίτι, ζωντανός και γκρινιάρης, στο τέλος κάθε περιπολίας. Αλλά εκείνος ένιωθε την πίεση· είχε ένα μπουκάλι Μαϊλάντα στο φωριαμό του για τις καούρες που τον βασάνιζαν σχεδόν κάθε μέρα -μέχρι που κάτι τελικά έσπασε μέσα του και όλα τέλειωσαν βίαια.»

Ένα συναισθηματικό ταξίδι στο παρελθόν -ο αναγνώστης μπορεί να νιώσει τον πόνο που κρύβεται πίσω από τις λέξεις- καθώς λεπτομέρειες έρχονται να κάνουν αληθοφανή την περιγραφή, προσδίδοντας κύρος στον συγγραφέα και την ιστορία του που δεν είναι ρομαντική ούτε συναισθηματική αλλά τρομακτική και συναρπαστικά μυστηριώδης.

 

-κριτική

Λυδία Ψαραδέλλη

 

Η υπόθεση του βιβλίου

Κανείς δε θέλει να πιστέψει ότι η Γκρέις Πελτιέ αυτοκτόνησε. Ούτε ο πατέρας της, ούτε ο ιδιωτικός ντετέκτιβ Τσάρλι Πάρκερ, που ερευνά τις συνθήκες του θανάτου της.

Όταν όμως ένας ομαδικός τάφος στο βόρειο Μέιν αποκαλύπτει τι απέγιναν οι Βαπτιστές του Αρούστοκ, μια θρησκευτική κοινότητα που τα μέλη της εξαφανίστηκαν πριν από σαράντα χρόνια, ο Πάρκερ αντιλαμβάνεται πως οι θάνατοι εκείνων και της Γκρέις αποτελούν μέρος του ίδιου μυστηρίου, που έχει τις ρίζες του στη γένεση μιας σκοτεινής οργάνωσης, της Αδελφότητας.

Γιατί πριν πεθάνει, η Γκρέις έκλεψε από την Αδελφότητα ένα κειμήλιο που μπορεί να τη συνδέσει με δεκαετίες βιαιοτήτων, αλλά και με τη σφαγή των Βαπτιστών. Και τώρα κάποιος έχει σταλεί να το πάρει πίσω.

Η αναζήτηση της αλήθειας οδηγεί τον Πάρκερ σε μια σειρά όλο και πιο βίαιων αναμετρήσεων με τον εκτελεστή της Αδελφότητας, τον δαιμονικό κύριο Παντ. Και τον αναγκάζει να καταδυθεί σ έναν υποχθόνιο κόσμο, όπου τα φαντάσματα των νεκρών περιμένουν δικαίωση και οι ανυποψίαστοι γίνονται βορά του χειρότερου είδους πλασμάτων: του είδους που σκοτώνει…